Sunday 12 October 2025
Home      All news      Contact us      RSS      English
reporter.gr - 3 hours ago

Η Γεωπολιτική της Ρωσικής επιρροής και η στοχοποίηση της Ελλάδας

Τα τελευταία γεγονότα στην Ευρώπη δείχνουν ότι η Ρωσία επιδιώκει να επεκτείνει την επιρροή της όχι μόνο μέσω της προβολής στρατιωτικής ισχύος και της εργαλειοποίησης της ενέργειας, αλλά και μέσω της προπαγάνδας, της παραπληροφόρησης και των υβριδικών απειλών, οι οποίες λειτουργούν ως πολλαπλασιαστές της γεωπολιτικής της ισχύος.Η στρατηγική αυτή δεν αποτελεί μια αποσπασματική επιλογή, αλλά συνιστά πάγιο τρόπο δράσης (modus operandi) που ακολουθεί η Ρωσία για την προώθηση των εθνικών της επιδιώξεων. Ειδικότερα, η Ρωσία εφαρμόζει υβριδικές επιχειρήσεις που στοχεύουν το γνωστικό (cognitive) πεδίο, δηλαδή την αντίληψη των ηγετών και στελεχών κρατικών ή μη κρατικών διεθνών δρώντων που θέλει να επηρεάσει. Μέσω προπαγάνδας, ιδεολογικής πίεσης, παραπληροφόρησης και διαχείρισης αφηγημάτων, επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τις τρωτότητες των στόχων της, να απονομιμοποιήσει τις δημοκρατίες και τις αξίες τους, να αποσταθεροποιήσει κυβερνήσεις και κοινωνίες, να διχάσει πολίτες και ηγεσίες και τελικά, να επηρεάσει τη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της στρατηγικής αυτής είναι η αξιοποίηση drones και άλλων μη επανδρωμένων συστημάτων σε υβριδικές ενέργειες εναντίον ευρωπαϊκών κρατών, με στόχο την παρακολούθηση, την υπονόμευση υποδομών και τη δημιουργία ψυχολογικής πίεσης, σε συνδυασμό με πληροφοριακές εκστρατείες. Παράλληλα, η ίδια προσέγγιση αλλά με διαφορετικά μέσα, εφαρμόζεται και στη διαδικασία ειρήνευσης στην Ουκρανία. Η Μόσχα επιχειρεί να επηρεάσει το διεθνές αφήγημα, εμφανίζοντας τον εαυτό της ως «υπεύθυνο διαπραγματευτή» και τη Δύση ως τον κύριο υπεύθυνο της σύγκρουσης. Επίσης, αξιοποιεί δίκτυα επιρροής και μηχανισμούς παραπληροφόρησης, ώστε να διαμορφώσει συνθήκες ευνοϊκές για τις δικές της θέσεις και να μεταθέσει σε άλλους τις ευθύνες για την παρατεταμένη αστάθεια. Επιπλέον, η Ρωσία αξιοποιεί τη στρατηγική παραπλάνησης στο πλαίσιο ευρύτερων πληροφοριακών επιχειρήσεων, επιδιώκοντας να προβάλει την ισχύ της (αξιοποιώντας μια εικόνα ισχύος εν μέρει κατασκευασμένη) και να παρουσιάσει τον εαυτό της ως «νικήτρια δύναμη» ικανή να επιβάλλει τους όρους της στις διαπραγματεύσεις για την ειρήνη. Μέσα από την προβολή μιας εικόνας «αναπόφευκτης νίκης», επιχειρεί αφενός να ενισχύσει την εσωτερική της συνοχή, αφετέρου να διαμορφώσει όρους διαπραγμάτευσης ευνοϊκούς για τις δικές της επιδιώξεις. Η στρατηγική αυτή λειτουργεί ως μια μορφή «παγίδας» για τη Δύση, καθώς στοχεύει στην καλλιέργεια αμφιβολιών, στη διάσπαση της ενότητας και σε πιθανές υποχωρήσεις που θα εξασφάλιζαν στη Μόσχα πολιτικά και γεωοικονομικά οφέλη που ενισχύουν τη στρατηγική της θέση σε διεθνές επίπεδο, ανεξάρτητα από την πραγματική εικόνα στο πεδίο των επιχειρήσεων. Παράλληλα, η Ρωσία χρησιμοποιεί τον εκφοβισμό ως εργαλείο πίεσης στις διαπραγματεύσεις, εντάσσοντάς τον σε ένα ευρύτερο πλαίσιο πληροφοριακών και ψυχολογικών επιχειρήσεων. Μέσω συνδυασμού επίδειξης στρατιωτικής και πολιτικής ισχύος, απειλών, παραπληροφόρησης και δημιουργίας αίσθησης απρόβλεπτης δράσης, επιχειρεί να περιορίσει τις επιλογές των αντιπάλων και να επηρεάσει την αντίληψή τους, με στόχο να επιβάλλει τη βούλησή της και να εξασφαλίσει ευνοϊκούς όρους, ενισχύοντας τη στρατηγική της θέση και τα γεωπολιτικά και γεωοικονομικά της οφέλη. Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα ως χώρα με καίρια γεωστρατηγική θέση και μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., δεν θα μπορούσε να παραμείνει εκτός του πεδίου στόχευσης της ρωσικής στρατηγικής για άσκηση επιρροής στην ευρύτερη περιοχή. Συγκεκριμένα, η Ρωσία μέσω μιας συστηματικής και στοχευμένης εκστρατείας υβριδικού πολέμου που εκμεταλλεύεται τις τρωτότητες της Ελλάδας, διεξάγει πληροφοριακές και ψυχολογικές επιχειρήσεις που καλλιεργούν αντι-δυτικά αφηγήματα και ενισχύουν ακραίες ή περιθωριακές φωνές που υπονομεύουν τα εθνικά συμφέροντα της χώρας. Ενδεικτικά, η πρόσφατη επίθεση της Εκπροσώπου Τύπου του ρωσικού ΥΠΕΞ κας Ζαχάροβα, κατά της Ελλάδας, η οποία αξιοποιεί παλαιά και νέα προπαγανδιστικά αφηγήματα με στόχο την αποδόμηση της διεθνούς αξιοπιστίας της χώρας, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της στρατηγικής. Συγκεκριμένα, κατηγόρησε την Ελλάδα ότι έχει παραβιάσει τις αρχές της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι, επικαλούμενη πως η χούντα των Συνταγματαρχών «επενέβη στην Κύπρο ως προσπάθεια προσάρτησης από την Αθήνα» και ότι η Ελλάδα «μπλόκαρε διεθνείς πρωτοβουλίες συνεργασίας προς τη Δημοκρατία της Μακεδονίας» έως το 2018. Η κίνηση αυτή δεν είναι τυχαία, αλλά εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική πληροφοριακού πολέμου, που στοχεύει στην αναβίωση ιστορικών εντάσεων και στη δημιουργία ψευδών συνδέσεων με υπαρκτές κοινωνικές και εθνικές ευαισθησίες. Μέσω αυτής της επίθεσης, η κα. Ζαχάροβα επιχειρεί να σπείρει αμφιβολίες για τη διεθνή θέση της Ελλάδας — μιας χώρας που διαχρονικά πορεύεται στο διεθνές περιβάλλον με γνώμονα τις αρχές του διεθνούς δικαίου, τον σεβασμό στην κυριαρχία των κρατών και την προσήλωση στις αξίες της ειρήνης και της συνεργασίας — και να αποσταθεροποιήσει τη χώρα, υπονομεύοντας τη συνοχή και την εθνική ενότητα του ελληνικού λαού. Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, αξιοποιούνται ευαίσθητα εθνικά ζητήματα όπως οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, το μεταναστευτικό, η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας από τη Ρωσία ή ζητήματα Ορθοδοξίας, με στόχο την αποδυνάμωση του ευρωατλαντικού προσανατολισμού της Ελλάδας, τη δημιουργία εσωτερικών ρηγμάτων, την απονομιμοποίηση της πολιτικής ηγεσίας και τη διαμόρφωση ευνοϊκών συνθηκών για τα ρωσικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια. Για την υλοποίηση αυτής της στρατηγικής, δίκτυα «αναλυτών», «δημοσιογράφων» και «ινστιτούτων» αναπαράγουν αφηγήματα που παρουσιάζουν τη Ρωσία ως «φυσικό και αξιόπιστο σύμμαχο» λόγω θρησκευτικών και ιστορικών δεσμών, ενώ καλλιεργούν την ψευδαίσθηση, ότι η αποστασιοποίηση από τη Δύση θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Στην πραγματικότητα, αποτελούν όργανα μιας υβριδικής επιχείρησης που αποσκοπούν όχι μόνο στην υπονόμευση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, αλλά και στη δημιουργία μιας κοινωνίας ευάλωτης σε ξένα αφηγήματα, έτοιμης να διχαστεί και να αμφισβητήσει τις θεμελιώδεις επιλογές ασφάλειας της χώρας. Απτά παραδείγματα αυτής της στρατηγικής αποτελούν η επιθετική ρητορική του Προέδρου Πούτιν και υψηλόβαθμων Ρώσων αξιωματούχων κατά της Ελλάδας και του Έλληνα Πρωθυπουργού. Η ρητορική αυτή δεν μένει στο επίπεδο των δηλώσεων, αλλά βρίσκει άμεση αντανάκλαση στον ρωσικό Τύπο, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τα επιθετικά άρθρα της Pravda, όπου η Ελλάδα παρουσιάζεται ως «χώρα μηδαμινής ισχύος», υπερχρεωμένη και με ηγεσία «εκτός πραγματικότητας». Η στοχοποίηση του Έλληνα Πρωθυπουργού υπήρξε ιδιαίτερα έντονη με αφορμή την επίσκεψή του στην Οδησσό για τη σύνοδο κορυφής Ουκρανίας – Νοτιοανατολικής Ευρώπης το 2025, όπου η Ρωσίδα αναλύτρια Lyubov Stepushova τον χαρακτήρισε «μη λογικό» και την Ελλάδα «χρεωμένη μέχρι τα αυτιά», αμφισβητώντας ανοιχτά τη δυνατότητά της να συμμετάσχει σε έργα ανοικοδόμησης και διασύνδεσης στην περιοχή. Παράλληλα, η ίδια αναλύτρια κατηγόρησε την Αθήνα για «μεγαλομανία» και «υπερβολικές φιλοδοξίες» που ξεπερνούν τις πραγματικές δυνατότητες της χώρας, προβάλλοντας ένα αφήγημα αδυναμίας και ανεπάρκειας, το οποίο εξυπηρετεί τη ρωσική στρατηγική απονομιμοποίησης της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Σε αυτό το πλαίσιο, εντάσσεται και η επίσημη απόφαση της ρωσικής κυβέρνησης να κατατάξει την Ελλάδα –μαζί με την Κύπρο– στον κατάλογο των χωρών με «καταστροφικές συμπεριφορές» που δήθεν αντιστρατεύονται τις «παραδοσιακές ρωσικές πνευματικές και ηθικές αξίες». Ο κατάλογος αυτός, συνιστά όχι μόνο ένα εργαλείο επικοινωνιακής πίεσης και ιδεολογικής στοχοποίησης, αλλά και μια έμπρακτη απόδειξη της αναγνώρισης της Ελλάδας από τη Μόσχα ως «εχθρικής χώρας», με όλες τις συνέπειες που αυτό συνεπάγεται για τη περιφερειακή ασφάλεια και σταθερότητα. Επιπλέον, η Μόσχα επιχειρεί να διαχωρίσει την ελληνική κοινωνία από την πολιτική της ηγεσία, προβάλλοντας συστηματικά το αφήγημα ότι «τιμωρεί» τις κυβερνήσεις, αλλά εξακολουθεί να «εκτιμά» τους λαούς. Η στρατηγική αυτή, που συνοδεύει τον χαρακτηρισμό της Ελλάδας ως «εχθρικής χώρας», αποσκοπεί στη δημιουργία ενός τεχνητού ρήγματος μεταξύ κράτους και κοινωνίας, με στόχο την καλλιέργεια φιλορωσικών τάσεων και την αμφισβήτηση του ευρωατλαντικού προσανατολισμού της χώρας. Μέσω επιλεκτικών αναφορών σε «παραδοσιακούς δεσμούς» και «κοινές αξίες της Ορθοδοξίας», η ρωσική προπαγάνδα επιχειρεί να εμφυσήσει την ιδέα ότι η Δύση είναι ξένη και εχθρική προς τα ελληνικά συμφέροντα, ενώ η Ρωσία αποτελεί τον «φυσικό σύμμαχο» της Ελλάδας. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για έναν μηχανισμό ψυχολογικής και πληροφοριακής επιρροής, ο οποίος αξιοποιεί τις κοινωνικές ευαισθησίες, τις οικονομικές ανισότητες και τα εθνικά ζητήματα, με σκοπό να αποδυναμώσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στις θεσμικές επιλογές της χώρας και να καταστήσει την ελληνική κοινωνία πιο ευάλωτη στη ρωσική υβριδική στρατηγική. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της διαίρεσης κράτους–κοινωνίας, η Ρωσία ενισχύει τις προσπάθειές της με μια στρατηγική δαιμονοποίησης των αντιπάλων, στοχεύοντας συγκεκριμένα την ελληνική πολιτική ηγεσία. Ειδικότερα, παρουσιάζοντας την Ελλάδα και τον Πρωθυπουργό της ως αδύναμους, ανίκανους ή υπερεκτιμημένους, μετατρέποντάς τους σε «εχθρούς» στα μάτια του διεθνούς και εγχώριου κοινού, επιδιώκει την απονομιμοποίηση της χώρας και της ηγεσίας της. Μέσω αυτής της τακτικής, επιχειρεί να διχάσει, να καλλιεργήσει αμφιβολίες και να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη της κοινωνίας στους θεσμούς, ενώ παράλληλα, προβάλλει τον εαυτό της ως «φυσικό σύμμαχο» με ηθική υπεροχή, εξυπηρετώντας τα γεωπολιτικά και στρατηγικά της συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια. Ως εκ τούτου, στην ελληνική δημόσια σφαίρα, μερίδα του πολιτικού κόσμου, αλλά και αναλυτές και σχολιαστές, επιχειρούν να παρουσιάσουν τη Ρωσία ως «θύμα» της Δύσης και τον πόλεμο στην Ουκρανία ως αναπόφευκτη αντίδραση στη «νατοϊκή περικύκλωση». Σύμφωνα με τους υποστηρικτές αυτού του αφηγήματος, η Ρωσία προστατεύει τα ιστορικά της εδάφη και τα ζωτικά συμφέροντά της, η εισβολή στην Ουκρανία δεν ήταν εισβολή αλλά «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», η Ουκρανία έχει ήδη ηττηθεί, η Ευρώπη είναι αδύναμη, και η Ελλάδα «αποδυναμώνει την εθνική της άμυνα» υποστηρίζοντας την Ουκρανία. Παράλληλα, η κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός παρουσιάζονται ως «κομπάρσοι», ενώ η χώρα θα έπρεπε, σύμφωνα με το αφήγημα, να ταχθεί ανοιχτά με τη Ρωσία και να περιορίσει τη συνεργασία της με τη Δύση. Ωστόσο, τα παραπάνω επιχειρήματα στερούνται σοβαρότητας και δεν προάγουν τα εθνικά συμφέροντα. Συγκεκριμένα, η εισβολή στην Ουκρανία αποτελεί κατάφωρη παραβίαση της κυριαρχίας ανεξάρτητου κράτους και του διεθνούς δικαίου, ενώ η επίκληση περί «γενοκτονίας» των ρωσόφωνων δεν τεκμηριώνεται από διεθνείς οργανισμούς. Επίσης, η επίκληση στις «κοινές αξίες» και την «ορθοδοξία» αποτελεί προπαγανδιστικό μύθο και τυπικό εργαλείο ψυχολογικής επιρροής. Στην πράξη, η Μόσχα δεν δίστασε να συμμαχήσει στρατηγικά με την Τουρκία του κ. Ερντογάν που απειλεί άμεσα την Ελλάδα. Αν η Ρωσία ήταν «φυσικός σύμμαχος» της Ελλάδας, δεν θα είχε στηρίξει οικονομικά την Τουρκία για να μην χρεωκοπήσει, δεν θα την εξόπλιζε συνεχώς και δεν θα χρηματοδοτούσε την κατασκευή του πυρηνικού της εργοστασίου που αποτελεί θανάσιμη εθνική απειλή για την Ελλάδα. Τέλος, δεν θα ανεχόταν τη συνεχή τουρκική επιθετικότητα στο Αιγαίο και την παραβίαση της κυπριακής ΑΟΖ. Όπως έχω τονίσει και σε προηγούμενο άρθρο μου, για την Ελλάδα, η στάση που ακολούθησε η ελληνική κυβέρνηση σε σχέση με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία αποτελεί μονόδρομο και δεν έχει αποκλειστικά στόχο τη Ρωσία. Οποιαδήποτε χώρα και να ακολουθούσε την ίδια πρακτική, η Ελλάδα θα τηρούσε την ίδια στάση. Ειδικότερα, η Ελλάδα στο διεθνές περιβάλλον κινείται βάσει αρχών και αξιών και σεβόμενη το διεθνές δίκαιο. Αυτή είναι η πυξίδα της ελληνικής διπλωματίας, από τη σύσταση του ελληνικού κράτους. Η Ελλάδα από την πρώτη στιγμή της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία καταδίκασε αυτή την εισβολή, διότι ακυρώνει το διεθνές δίκαιο, υπονομεύει την ευρωπαϊκή ασφάλεια και θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα της Ευρώπης και ολόκληρη τη διεθνή τάξη. Η Ελλάδα έχοντας μακρά εμπειρία από απειλές στα σύνορά της και βιώνοντας την επεκτατική και αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας, καταδίκασε αμέσως τις επιθετικές ενέργειες της Ρωσίας που αντιτίθενται στην εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία ενός ανεξάρτητου κράτους και έχουν ως αποτέλεσμα την απώλεια της ζωής χιλιάδων αθώων ανθρώπων. Η Ελλάδα, ανταποκρινόμενη στο αίτημα της Ουκρανίας, σε συνεννόηση με τους Συμμάχους της στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, και επιδεικνύοντας έμπρακτη αλληλεγγύη προς τον ουκρανικό λαό, παρείχε σημαντική ανθρωπιστική βοήθεια αποτελούμενη από ιατρικές προμήθειες, υλικά αλλά και στρατιωτικό εξοπλισμό μη επιχειρησιακά αναγκαίο για τις Ένοπλες Δυνάμεις και την Ασφάλεια της Χώρας. Αν και της ζητήθηκε, δεν έδωσε τανκς, δεν έδωσε αεροπλάνα F16, αλλά ούτε και αντιαεροπορικά συστήματα. Ο ελάχιστος στρατιωτικός εξοπλισμός που έδωσε είναι μη αναγκαίος και η απόσυρση και καταστροφή του από τις ένοπλες δυνάμεις θα κόστιζε πολλά εκατομμύρια ευρώ. Τέλος, θα πρέπει να γίνει κατανοητό από τους πάντες, ότι αν επιτύχει η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και νομιμοποιηθεί η βίαιη πρακτική της στη διεθνή κοινότητα, τότε θα μιλάμε για την εδραίωση της επιβολής του δικαίου του ισχυρού. Κάθε χώρα που θα θεωρεί ότι έχει τη δύναμη, θα εισβάλει σε μια άλλη χώρα για να την κατακτήσει και να επιβάλλει τους όρους της, καταλήγοντας σε μια διεθνή κοινότητα «Ζούγκλας». Η Ελλάδα σε μια τέτοια περίπτωση, είναι πολύ πιθανό να δεχτεί επίθεση από την Τουρκία, η οποία είναι αναθεωρητική δύναμη, ενεργεί απειλητικά προς την Ελλάδα, επιθυμεί να αλλάξει το νομικό καθεστώς στο Αιγαίο και να επανασυστήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αν η Ελλάδα είχε πάρει θέση υπέρ της εισβολής της Ρωσίας που είναι αντίθετη στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και νομιμοποιήσει την αλλαγή συνόρων με βία, πως θα καταδικάσει μια πιθανή εισβολή της Τουρκίας στην Ελλάδα και θα ζητήσει στήριξη από τη Διεθνή Κοινότητα; Επίσης, μια τέτοια στάση θα εξέθετε την Ελλάδα διεθνώς, διότι όταν καταγγέλλεις την παράνομη εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο και υπερασπίζεσαι τη διεθνή νομιμότητα, δεν μπορείς ταυτόχρονα να στηρίζεις έναν άλλο εισβολέα. Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας δεν ασκείται «α λα κάρτ», αλλά χαρακτηρίζεται από τη συνεπή στάση της υπέρ της διεθνούς νομιμότητας και κατά κάθε επιθετικής ενέργειας, ανεξαρτήτως ποιος τη διαπράττει. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, στόχος της Ελλάδας είναι η δίκαιη και βιώσιμη ειρήνη, με άμεση εκεχειρία, ισχυρές εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία, καθώς και ενεργό συμμετοχή στην ανοικοδόμησή της. Και προς απάντηση όσων ενδεχομένως προβάλουν το επιχείρημα, ότι η Ελλάδα εφαρμόζει «δύο μέτρα και δύο σταθμά», στηρίζοντας το Ισραήλ ενώ καταδικάζει τη Ρωσία, οφείλω να τονίσω ότι η σύγκριση είναι ατυχής και αβάσιμη. Η εισβολή στην Ουκρανία συνιστά κατάφωρη παραβίαση της εδαφικής ακεραιότητας ανεξάρτητου κράτους και ευθεία ανατροπή του διεθνούς δικαίου, ενώ στην περίπτωση του Ισραήλ πρόκειται για αντιτρομοκρατική εκστρατεία, η οποία αν και συνοδεύεται από ενέργειες που προκαλούν διεθνή ανησυχία, αποτελεί νομικά διαφορετική κατάσταση. Η στάση της Ελλάδας απέναντι στο Ισραήλ αφορά κυρίως αμυντική συνεργασία και δεν αναιρεί την πάγια θέση της υπέρ της λύσης δύο κρατών και της προστασίας των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων. Συνεπώς, η στάση της Ελλάδας στο Ουκρανικό δεν είναι επιλεκτική, αλλά θεμελιώνεται σε αρχές που θα ίσχυαν έναντι οποιουδήποτε παραβίαζε τη διεθνή νομιμότητα. Εν κατακλείδι, μπροστά σε αυτή την πολυσχιδή απειλή, η Ελλάδα οφείλει να μην παραμείνει παθητική και αδρανής, αλλά να ενισχύσει άμεσα την ανθεκτικότητά της σε κάθε επίπεδο απέναντι σε κάθε προσπάθεια εξωτερικής επιρροής. Η απάντηση δεν μπορεί να περιορίζεται σε κυβερνητικές δηλώσεις ή διαψεύσεις, αλλά απαιτεί συνολική στρατηγική εθνικής ασφάλειας που συνδυάζει ενημέρωση της κοινής γνώμης, καλλιέργεια κριτικής σκέψης απέναντι στην παραπληροφόρηση και μηχανισμούς ταχείας αντίδρασης σε πληροφοριακές επιθέσεις. Η θωράκιση της κοινωνίας, η ενίσχυση της στρατηγικής επικοινωνίας του κράτους και η στενή συνεργασία με τους ευρωατλαντικούς εταίρους αποτελούν κρίσιμους πυλώνες για την αποτροπή της ρωσικής επιρροής. Η Ελλάδα οφείλει να προωθήσει μια ολιστική προσέγγιση, που συνδυάζει θεσμική εγρήγορση, ενημέρωση των πολιτών και συλλογική στρατηγική συνείδηση, ώστε να διασφαλίσει τον σταθερό προσανατολισμό της στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, να προστατεύσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα και να ενδυναμώσει την κοινωνική της συνοχή απέναντι σε κάθε προσπάθεια χειραγώγησης. Συνεπώς, η ενίσχυση της ανθεκτικότητας απέναντι στην παραπληροφόρηση δεν είναι μόνο ζήτημα ασφάλειας, αλλά και ζήτημα θεσμικής και εθνικής ευθύνης.#ΕΛΛΑΔΑ #Ρωσία #γεωπολιτικά #Ευρώπη


Latest News
Hashtags:   

Γεωπολιτική

 | 

Ρωσικής

 | 

επιρροής

 | 

στοχοποίηση

 | 

Ελλάδας

 | 

Sources